- περισσεύματος
- περίσσευμαsuperfluityneut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας τὸ στόμα λαλεῖ. — ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας τὸ στόμα λαλεῖ. См. От избытка сердца глаголют уста … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Codex Bezae — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Uncial 05 A sample of the Greek text from the Codex Bezae … Wikipedia
от избытка сердца глаголют уста — Ср. Wessen das Gefäss ist gefüllt, Davon es sprudelt und überquillt. Schiller. Wallensteins Lager, 1, 8. Ср. Wess das Herz voll ist, dess geht der Mund über. Luther. Ср. Vom Dolmetschen. 3 Sept. 1530. Ср. Das Herz macht beredt. Ср. Les grandes… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона
От избытка сердца глаголют уста — Отъ избытка сердца глаголютъ уста. Ср. Wessen das Gefäss ist gefüllt, Davon es sprudelt und überquillt. Schiller. Wallensteins Lager. 1, 8. Ср. Wess das Herz voll ist, dess geht der Mund über. Luther. Ср. Vom Dolmetschen. 3 Sept. 1530. Ср. Das… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
περίσσευμα — το, ΝΜΑ και περίσσεμα Ν και αττ. τ. περίττευμα, Α, [περισσεύω] 1. καθετί που περισσεύει, το πλεόνασμα, η ποσότητα που περισσεύει, που υπολείπεται, που μένει ως κατάλοιπο (α. «περίσσευμα τού προϋπολογισμού» β. «ἔφαγον δὲ καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν … Dictionary of Greek
ηλεκτροπαραγωγός σταθμός — Εγκατάσταση που προορίζεται για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ύστερα από τον μετασχηματισμό άλλων μορφών ενέργειας που υπάρχουν στη φύση. Για να παραχθεί ηλεκτρική ενέργεια, πρέπει να περιστραφεί με ορισμένη ταχύτητα μια ηλεκτρική γεννήτρια που… … Dictionary of Greek